- υπομίσθωμα
- τοτο ενοίκιο που πληρώνει ο υπενοικιαστής.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
υπομίσθωμα — το, Ν [υπομισθώνω] το χρηματικό τίμημα τής υπομίσθωσης … Dictionary of Greek